Μετά την πρόσφατη χρονική σύμπτωση δύο αποτρόπαιων δολοφονιών, που διαπράχθηκαν από ανθρώπους με κοινό μεταξύ τους στοιχείο τη χρήση ουσιών, φαίνεται να μπαίνουν συλλήβδην στο στόχαστρο οι εξαρτημένοι χρήστες. Μεγάλο μέρος της δημοσιογραφικής κάλυψης και των δημόσιων τοποθετήσεων αντανακλά τη στρεβλή αντίληψη ότι οι εξαρτημένοι είναι επικίνδυνοι και ότι η εξάρτηση οδηγεί αναπόφευκτα σε βαριά εγκληματικότητα.
Η απόδοση ιδιοτήτων και χαρακτηρισμών, με βάση μεμονωμένα περιστατικά, σε μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα είναι αυθαίρετη και παραπλανητική. Αβασάνιστες γενικεύσεις ενισχύουν τη στερεότυπη εικόνα των χρηστών ναρκωτικών ως κοινωνικής απειλής. Μακροπρόθεσμα «νομιμοποιούν» στη συνείδηση της κοινής γνώμης την απόρριψη, τον αποκλεισμό, την τιμωρία και τον εγκλεισμό ως κατάλληλων κοινωνικών πρακτικών και πολιτικών επιλογών, αντί της θεραπείας και της ένταξης, που τεκμηριωμένα είναι οι πιο αποτελεσματικές και κοινωνικά ανταποδοτικές λύσεις για την εξάρτηση -ακόμα και στην ψυχρή γλώσσα των οικονομικών μεγεθών.
Οι εξαρτημένοι είναι μια ευάλωτη κοινωνική ομάδα που εύκολα στοχοποιείται, ειδικά σε περιόδους όπου η κοινωνία αναζητά τρόπους για να εκτονώσει τους υπαρκτούς ή εντέχνως καλλιεργημένους φόβους της και για να διατηρήσει την εύθραυστη συνοχή της, ανακαλύπτοντας τον κοινό εχθρό σε όσους βρίσκονται στο περιθώριό της ή παρεκκλίνουν από την «κανονικότητα».
Η εξάρτηση είναι ένα σύνθετο φαινόμενο που απαιτεί νηφάλια και ολιστική προσέγγιση στην ανάλυση και στην αντιμετώπισή του, μακριά από επικοινωνιακούς εντυπωσιασμούς ή πολιτική εκμετάλλευση. Επικίνδυνα και για την κοινωνία και για τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη από βοήθεια είναι τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις.