To KEΘΕΑ για την κάνναβη


Το θέμα της κάνναβης επιβάλλει μια σφαιρική και ισορροπημένη προσέγγιση  που θα προασπίζει τη δημόσια υγεία, θα σέβεται τα ατομικά δικαιώματα και θα λαμβάνει υπόψη τόσο τον αυξανόμενο όγκο επιστημονικών δεδομένων για την ίδια την κάνναβη όσο και τη μακρά διεθνή εμπειρία από την προσπάθεια ρύθμισης της σχέσης των ανθρώπινων κοινωνιών με τις ουσίες.

Μέχρι σήμερα καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει νομιμοποιήσει την κάνναβη. Είναι ωστόσο γνωστό ότι παράγοντες όπως η διαθεσιμότητα, η προσβασιμότητα και η κοινωνική αποδοχή μιας ουσίας αυξάνουν την κατανάλωσή της. Αλλαγές στο νομικό πλαίσιο που διέπει την κάνναβη μακροπρόθεσμα θα επηρεάσoυν  τα πρότυπα χρήσης του πληθυσμού και ιδίως τους εφήβους και τους νέους.  

Η κάνναβη ως ψυχοτρόπος ουσία δεν είναι απαλλαγμένη από κινδύνους. Αλλοιώνει την αντίληψη, επηρεάζει την προσοχή, την κρίση, την ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων, τη βραχυπρόθεσμη μνήμη, τη μάθηση και τις εκπαιδευτικές επιδόσεις. Έχει συνδεθεί με  προβλήματα σχέσεων, ανεργία και έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή. Η χρήση της επιβαρύνει τους πνεύμονες περισσότερο από το τσιγάρο και έχει σχετιστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές, όπως  ψυχωσικά επεισόδια, σχιζοφρένια και κατάθλιψη. 

Αρκετά στοιχεία δείχνουν ότι όσο πιο νωρίς αρχίζει η χρήση κάνναβης τόσο πιο αρνητικά είναι τα αποτελέσματα στην ψυχική υγεία και τη γνωστική ανάπτυξη, πιθανότατα επειδή η εφηβεία αποτελεί μια κρίσιμη φάση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, κατά την οποία αυτός είναι πιο ευάλωτος στις τοξικές ουσίες.

Όπως κάθε ψυχοτρόπος ουσία η κάνναβη μπορεί να προκαλέσει εξάρτηση. Τα  στοιχεία του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα Ναρκωτικά (EMCDDA) δείχνουν ότι 1 στα 9 άτομα που δοκιμάζουν κάνναβη αναπτύσσουν εξάρτηση από αυτήν. Στους εφήβους η αναλογία είναι 1 προς 6.  Επιπλέον, στην Ευρώπη η κάνναβη είναι η ουσία για την οποία ζητούν θεραπεία όσοι έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με κάποιο θεραπευτικό πρόγραμμα,  δηλ. για 8 στα 10 άτομα κάτω των 20 ετών. 

Η νομιμοποίηση των ουσιών μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα επιχειρεί να λύσει.  Το κρίσιμο είναι να αποφεύγεται η φυλάκιση των χρηστών που τους στιγματίζει κοινωνικά, τους περιθωριοποιεί και επιδεινώνει τα προβλήματά τους. Στο πλαίσιο αυτό, ενδεχομένως, η καθιέρωση της προμήθειας και της κατοχής μικροποσότητας ναρκωτικών αποκλειστικά για ατομική χρήση ως πταισμάτων (αντί πλημμελημάτων όπως είναι σήμερα) θα έστελνε το μήνυμα της απαγόρευσης, διατηρώντας τον αποτρεπτικό χαρακτήρα, του νόμου χωρίς, ωστόσο, να οδηγεί στη φυλακή νέους ανθρώπους για μια πράξη αυτοπροσβολής και να τους στιγματίζει. Συγχρόνως θα έδινε τη δυνατότητα στην αστυνομία για έλεγχο της διακίνησης των ουσιών.

Όσον αφορά τη φαρμακευτική χρήση της κάνναβης θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να εξεταστεί για ορισμένες κατηγορίες ασθενών, ωστόσο, δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για την νομιμοποίηση της ουσίας.

Σε κάθε περίπτωση στην Ελλάδα της ανθρωπιστικής κρίσης, όπου αυξάνεται η ένδεια και η κοινωνική αποστέρηση, το ζήτημα των ημερών στην πολιτική για τα ναρκωτικά δεν θα έπρεπε να είναι νομιμοποίηση ή μη της κάνναβης, αλλά η δημιουργία ενός δικτύου φροντίδας για τους εξαρτημένους και η ενίσχυση της πρόληψης στους νέους που έρχονται αντιμέτωποι με την ανεργία, την οικονομική δυσχέρεια και την έλλειψη προοπτικών.