της Δήμητρας – Δώρας Τελώνη*
Το ΚΕΘΕΑ το γνώρισα την δεκαετία του 1990, αρχικά ως εκπαιδευόμενη στις δομές του και αργότερα ως η ίδια πλέον στέλεχος πρόληψης και θεραπευτικό προσωπικό σε «στεγνό» πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ και Κέντρου Πρόληψης αντίστοιχα. Από την πρώτη στιγμή είχα εντυπωσιαστεί από τις γνώσεις του προσωπικού, την ευαισθησία, την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων αλλά και την λειτουργία αυτού του φορέα σε πολλαπλά επίπεδα. Στην πορεία των ετών ο θαυμασμός έγινε σεβασμός, έγινε σιγουριά να παραπέμπω στα προγράμματα του ΚΕΘΕΑ, τους ανθρώπους που συναντούσα με προβλήματα εξάρτησης και που γνώριζα πως θα μπορούσαν δωρεάν να αξιοποιήσουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες.
Όσες και όσοι έχουμε εργαστεί στον χώρο των εξαρτήσεων, αλλά και η επιστημονική κοινότητα στο σύνολό της, γνωρίζουμε το τεράστιο έργο του ΚΕΘΕΑ, την συμβολή του στην θεραπεία των ανθρώπων με εξαρτήσεις και τις οικογένειες τους, τα εκπαιδευτικά του προγράμματα, το ερευνητικό έργο και βέβαια την τεράστια συμβολή του με την υλοποίηση ενός διαφορετικού μοντέλου θεραπείας, αυτού των θεραπευτικών κοινοτήτων. Το ΚΕΘΕΑ παρέχει δωρεάν τις υπηρεσίες του σε όλες και όλους ανεξαρτήτως τάξης, φύλου, φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού, ηλικίας. Η πρόσβαση στην θεραπεία των εξαρτήσεων αποτελεί εδώ ένα κοινωνικό δικαίωμα – δεν είναι εμπόρευμα, και βέβαια δεν εμπλέκονται οικονομικά συμφέροντα ιδιωτών…
Πριν λίγες ημέρες, η κυβέρνηση της Ν.Δ. με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου αποφάσισε την κατάργηση του αυτοδιοίκητου του ΚΕΘΕΑ. Αποφάσισε δηλαδή ξαφνικά πως αρμόδιος πλέον για το ΚΕΘΕΑ δεν θα είναι το Διοικητικό του Συμβούλιο που είναι μη αμειβόμενο, που εκλέγεται με δημοκρατικές διαδικασίες από τα ίδια τα μέλη του ΚΕΘΕΑ, που όλες οι Διοικήσεις του έχουν επιδείξει άριστο και επιτυχημένο έργο. Η κυβέρνηση αποφάσισε αιφνιδίως πως ο καλύτερος φορέας διαχείρισης δεν είναι αυτοί που γνωρίζουν τον χώρο των εξαρτήσεων, αλλά το Υπουργείο Υγείας.
Είναι προφανές πως πρόκειται για μια πολιτική πράξη που παρεμβαίνει στην λειτουργία ενός οργανισμού, στραγγαλίζοντας τις δημοκρατικές του διαδικασίες, παρεμβαίνοντας στην ουσία στο επιστημονικό έργο της θεραπείας των εξαρτήσεων με άγνοια ή ημιμάθεια ή μήπως με αδιαφορία για τα εξαρτημένα παιδιά της κοινωνίας μας; Το ΚΕΘΕΑ έχει ένα συγκεκριμένο μοντέλο θεραπείας και οι διοικούντες του οργανισμού θα πρέπει αφ’ ενός να το γνωρίζουν εις βάθος αφ’ ετέρου δε να το ενστερνίζονται για να μπορούν να παίρνουν αποφάσεις με σεβασμό στις θεραπευτικές διαδικασίες. Είναι πιθανό πως οι υπουργοί της κυβέρνησης δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά και αγνοούν πως οι αποφάσεις αλλαγής διοίκησης ενός οργανισμού έχει τεράστιες επιπτώσεις στους ανθρώπους που βρίσκονται σε διαδικασίες θεραπείας. Έχουν τεράστια ευθύνη για ζωές ανθρώπων ή μήπως και αυτό δεν τους ενδιαφέρει;
Την στιγμή που σε άλλες χώρες της Ευρώπης προωθείται και εκάστοτε επιβάλλεται η εμπλοκή των ωφελούμενων στις κοινωνικές υπηρεσίες και στην εκπαίδευση των κοινωνικών επιστημόνων, στην Ελλάδα η κυβέρνηση θεωρεί ορθό οι εκάστοτε Υπουργοί Υγείας να ορίζουν τις Διοικήσεις και πως οι ίδιοι γνωρίζουν καλύτερα από τους επιστήμονες και το θεραπευτικό προσωπικό, πως γνωρίζουν καλύτερα από όλους αυτούς και αυτές που ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει εξάρτηση και συμμετέχουν ενεργά στην θεραπευτική τους διαδικασία.
Το ΚΕΘΕΑ είμαστε όλες και όλοι εμείς. Τα ναρκωτικά δεν αφορούν κάποιον άλλον, η εξάρτηση είναι παντού, είναι κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα, αφορά σε όλες τις τάξεις και οι φορείς που έχουν επάξια σταθεί στην υποστήριξη και θεραπεία ενός ευάλωτου πληθυσμού χωρίς διακρίσεις, όχι μόνο έχουν την εκτίμηση μας αλλά είμαστε δίπλα τους για να φωνάξουμε δυνατά να και να ενώσουμε την φωνή μας μαζί με την «κραυγή» των παιδιών, των οικογενειών τους και του θεραπευτικού προσωπικού: «Είμαστε όλες και όλοι ΚΕΘΕΑ».
*Η Δήμητρα-Δώρα Τελώνη είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Δ. Αττικής
Πηγή: thepressproject.gr
< Πίσω